πρωταρχος

πρωταρχος
    πρώταρχος
    πρώτ-αρχος
    2
    первоначальный
    

(ἄτη Aesch.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "πρωταρχος" в других словарях:

  • Πρώταρχος — primal masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώταρχος — primal masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώταρχος — Επικούρειος φιλόσοφος που άκμασε τον 2o αι. π.Χ. Διαδέχτηκε στη σχολαρχία των ομοϊδεατών του τον Βασιλείδη. Διάδοχός του ήταν ο Απολλόδωρος. * * * ον, ΜΑ, και πρωτόαρχος Μ ο πρώτος, ο αρχικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο) * + αρχος*] …   Dictionary of Greek

  • Πρωτάρχου — Πρώταρχος primal masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωτάρχου — πρώταρχος primal masc gen sg πρωτάρχης commander masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πρωτάρχους — Πρώταρχος primal masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωτάρχους — πρώταρχος primal masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πρωτάρχῳ — Πρώταρχος primal masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωτάρχῳ — πρώταρχος primal masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πρώταρχε — Πρώταρχος primal masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώταρχε — πρώταρχος primal masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»